- τηθυΐδες
- οι, Νζωολ.γαστερόποδα οπισθοβράγχια μαλάκια.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. tethyidae < τήθυον + κατάλ -ίδες].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τηθύς — Θάλασσα των παλαιότερων γεωλογικών χρόνων, η οποία έως το τριτογενές εκτεινόταν ανάμεσα στην Ευρασιατική ήπειρο στα Β και στην Αφρική Αραβία Ινδία στα Ν, χωρίζοντας τους δύο αυτούς ηπειρωτικούς όγκους. Η τ., της οποίας σημερινό υπόλειμμα είναι η… … Dictionary of Greek